1 Ὅν τινες ἀγνοοῦντες ἀρνοῦνται , μᾶλλον δὲ ἠρνήθησαν ὑπ᾿ αὐτοῦ , ὄντες συνήγοροι τοῦ θανάτου μᾶλλον ἢ τῆς ἀληθείας · οὓς οὐκ ἔπεισαν αἱ προφητεῖαι οὐδὲ ὁ νόμος Μωύσεως , ἀλλ᾿ οὐδὲ μέχρι νῦν τὸ εὐαγγέλιον , οὐδὲ τὰ ἡμέτερα τῶν κατ᾿ ἄνδρα παθήματα . 2 καὶ γὰρ περὶ ἡμῶν τὸ αὐτὸ φρονοῦσιν . τί γάρ με ὠφελεῖ τις , εἰ ἐμὲ ἐπαινεῖ , τὸν δὲ κύριόν μου βλασφημεῖ , μὴ ὁμολογῶν αὐτὸν σαρκοφόρον ; ὁ δὲ τοῦτο λέγων τελείως αὐτὸν ἀπήρνηται , ὢν νεκροφόρος . 3 τὰ δὲ ὀνόματα αὐτῶν , ὄντα ἄπιστα , οὐκ ἔδοξέν μοι ἐγγράψαι . ἀλλὰ μηδὲ γένοιτό μοι αὐτῶν μνημονεύειν , μέχρις οὗ μετανοήσωσιν εἰς τὸ πάθος , ὅ ἐστιν ἡμῶν ἀνάστασις .